ΨΗΦΙΣΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ 1/10879/10.1.2023 ΤΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ κ. ΙΣΙΔΩΡΟΥ ΝΤΟΓΙΑΚΟΥ
Οι Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές, σύμφωνα με τα οικεία άρθρα του Ελληνικού Συντάγματος (πρβλ. Σ άρθ. 101Α, 56 παρ. 3 περ. β), 19 παρ. 2 κλπ), έχουν ως αποστολή τη ρύθμιση, τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο ασκείται, προστατεύεται, εκδηλώνεται και περιορίζεται ένα συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα, το οποίο ο ίδιος ο -αναθεωρητικός εν προκειμένω-νομοθέτης κρίνει τόσο πολύ άξιο προστασίας που θεωρεί ότι η παραδοσιακή Διοίκηση δεν μπορεί να το ρυθμίσει αποτελεσματικά. Γι’ αυτό το λόγο συγκροτούνται ειδικές Αρχές, τα μέλη των οποίων απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας -έχουν δηλαδή τα εχέγγυα του δικαστή- ακριβώς διότι το έργο τους κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας είναι τις περισσότερες φορές συγκρουσιακό με την εκτελεστική εξουσία και ο ιεραρχικός έλεγχος από τον εκάστοτε πολιτικό προϊστάμενο υπουργό δεν θα επέτρεπε την ομαλή λειτουργία τους. Μόνο έτσι, όμως, μπορούν οι Αρχές αυτές να επιτελέσουν το δύσκολο και πολυσχιδές έργο με το οποίο είναι επιφορτισμένες. Το σπουδαιότερο δε εξ αυτών είναι να επέμβουν όταν το δικαίωμα που καλούνται να ρυθμίσουν καταπατάται ασύστολα.
Η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, σύμφωνα με το αρ. 19 του Συντάγματος, ως Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή, ρυθμίζει την προστασία του απολύτως απαραβίαστου δικαιώματος του απορρήτου των επικοινωνιών. Ένα δικαίωμα που υπερυψώθηκε σε συνταγματικής περιωπής διάταξη ήδη από το Σύνταγμα του 1844 και ένα δικαίωμα που στάθηκε η αφορμή για την καθιέρωση του ελέγχου συνταγματικότητας των νόμων στην χώρα μας με την ιστορική απόφαση 169/1893ΑΠ, μετά την αγόρευση ενός σπουδαίου Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, του Δημ. Τζιβανόπουλου.
Είναι σαφές ότι ερμηνεύοντας, ως οφείλει οποιοσδήποτε νομικός, το νόμο σύμφωνα με το Σύνταγμα -και όχι το αντίστροφο ή σύμφωνα με τις προσωπικές πεποιθήσεις και φιλοδοξίες- κανένα όργανο σε όποια από τις τρεις λειτουργίες και εάν ανήκει δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ΑΔΑΕ κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, ούτε να περιορίσει, να θέσει υπό την άδεια του ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο να παρεμποδίσει άλλα δημόσια ή ιδιωτικά νομικά ή φυσικά πρόσωπα να συνεργαστούν με την ΑΔΑΕ, ώστε η τελευταία να επιτύχει την αποστολή της. Κανένα όργανο, επίσης, δεν μπορεί να ασκήσει επί των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών οιαδήποτε μορφή προληπτικού ελέγχου ή προληπτικής εποπτείας (εντολή, κατευθυντήρια ερμηνευτική οδηγία κ.λ.π.). Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι οι Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές είναι ανέλεγκτες. Οι πράξεις και οι παραλείψεις τους υπόκεινται στον έλεγχο των αρμόδιων δικαστηρίων.
Η επέμβαση, επομένως, ακόμα και με τη μορφή γνωμοδότησης του Εισαγγελέα του ΑΠ στο έργο της ΑΔΑΕ, επικαλούμενος την αρμοδιότητά του να εκδίδει γνωμοδοτήσεις επί «νομικών ζητημάτων γενικού ενδιαφέροντος», η οποία καμία απολύτως νομική δέσμευση δεν παράγει, εκτός και εάν ξαφνικά εκτός από τις δικαιοδοτικές αποφάσεις των δικαστηρίων αρχίζουν να δεσμεύουν και οι γνώμες, είναι προδήλως αντισυνταγματική και αντίθετη στις αρχές της νομιμότητας και της διάκρισης των λειτουργών, του θεμέλιου λίθου του Κράτους Δικαίου. Συνεπώς, δεν μπορούμε παρά να μην εκφράσουμε τον βαθύτατο προβληματισμό μας και την ανησυχία μας για την στάση που επέδειξε ο Εισαγγελέας του ΑΠ κ. Ισίδωρος Ντογιάκος, ιδίως όσον αφορά το κομμάτι των απειλών για βαρύτατες ποινικές κυρώσεις κατά των μελών της ΑΔΑΕ αν ασκήσουν τα καθήκοντα τους.
Τέλος, η Ένωση Ασκούμενων και Νέων Δικηγόρων Αθηνών προσβλέπει σε ένα κράτος δικαίου, το οποίο προστατεύει και σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών, σέβεται την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών και εφαρμόζει αποτελεσματικά το Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν σε αυτό. Προς τούτο δε, ελπίζουμε ότι στην επικείμενη συνεδρίαση της Διάσκεψης των Προέδρων για την επιλογή των τριών μελών της ΑΔΑΕ, των οποίων η θητεία έχει λήξει, θα πλαισιώσουν τον Πρόεδρο της Αρχής μέλη εξίσου ικανά, ατρόμητα με θεσμικό κύρος και δημοκρατικά αντανακλαστικά.
ΓΙΑ ΤΟ ΔΣ ΤΗΣ ΕΑΝΔΑ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥΔΑΚΗΣ
Η ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΚΕΛΛΥ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑΚΗ