Αθήνα 18/06/2024
ΨΗΦΙΣΜΑ ΕΑΝΔΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΕ ΕΚΚΡΕΜΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ
Ως Ένωση καταδικάζουμε απερίφραστα οποιοδήποτε περιστατικό βίας και στεκόμαστε δίπλα στα θύματα και στην προσπάθειά τους για δικαίωση. Προϋπόθεση για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των συμπεριφορών αυτών είναι η σωστή και αποτελεσματική λειτουργία του κράτους δικαίου και των θεσμών του. Για το λόγο αυτό υιοθετούμε κριτική στάση απέναντι σε οποιοδήποτε φαινόμενο στρεβλής λειτουργίας τους.
Οι δικαστικές αρχές αποτελούν τον βασικότερο πυλώνα διαφύλαξης της δικαιοσύνης και της ευταξίας της κοινωνίας. Οφείλουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους να εφαρμόζουν το νόμο και να εξακριβώνουν τη δικανική αλήθεια. Για το λόγο αυτό οι δικαστές απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία και υπόκεινται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους μόνο στο Σύνταγμα και τους νόμους (άρθρο 87 §§ 1 και 2 του Συντάγματος). Μάλιστα, ιδίως στο πλαίσιο της ποινικής δίκης, οι δικαστές δεν υποχρεούνται να ακολουθούν νομικούς κανόνες αποδείξεων, αλλά καλούνται να αποφασίζουν με βάση την αρχή της ηθικής απόδειξης (άρθρο 177 του ΚΠΔ).
Στο πλαίσιο αυτό, η δικαστική κρίση δεν θα πρέπει να καθίσταται ελεγκτέα στην ουσία της όταν μέσω του ελέγχου πλήττεται ο πυρήνας της. Ο κάθε μορφής έλεγχος θα πρέπει να συμπορεύεται με τη Συνταγματικά κατοχυρωμένη δικαστική ανεξαρτησία. Μάλιστα, με το νεοπαγές άρθρο 109 παρ. 4 στοιχείο β του ν. 4938/2022 κατοχυρώνεται πλέον και νομοθετικά η νομολογιακή αρχή, ότι η εσφαλμένη κρίση που ο δικαστικός λειτουργός εκφέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του δεν είναι πειθαρχικό παράπτωμα, εκτός αν οφείλεται σε δόλο ή βαριά αμέλεια (βλ. την σχετική αιτιολογική έκθεση του νόμου σελ. 171). Εξάλλου, η επί της ουσίας κρίση του δικαστή αποτελεί αντικείμενο αξιολόγησης κατά τη διενέργεια της επιθεώρησης από τους Επιθεωρητές – Αρεοπαγίτες (άρθρα 99 επ. ν.4938/2022).
Επί του ζητήματος ενδεικτικά μνημονεύουμε την υπ’ αριθμόν 18/1993 απόφαση- γνωμοδότηση της ολομέλειας του ΑΠ, εκδοθείσα υπό το προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς, με την οποία κατά πλειοψηφούσα θέση διατυπώθηκε ότι ο πειθαρχικός έλεγχος δικαστικών λειτουργών για την επί της ουσίας της υπόθεσης δικαιοδοτική κρίση τους επιτρέπεται στις περιπτώσεις αντικειμενικού σφάλματος που οφείλεται σε πρόθεση ή βαριά αμέλεια και αφορά στην ερμηνεία των κανόνων δικαίου, στη διαπίστωση κρίσιμου πραγματικού γεγονότος και στη νομική υπαγωγή.
Καθίσταται επομένως σαφές ότι η οριοθέτηση του ελέγχου στα πλαίσια της από το Σύνταγμα διασφαλιζόμενης δικαστικής ανεξαρτησίας, είναι έργο δύσκολο και οριακό, απαιτεί μεγάλη προσοχή και σύνεση. Για το λόγο αυτό ως Ένωση Ασκουμένων και Νέων Δικηγόρων Αθηνών καταδικάζουμε ρητά τη χθεσινή παρέμβαση του Αρείου Πάγου στο έργο των Δικαστικών και Εισαγγελικών Λειτουργών. Σκοπός της ποινικής διαδικασίας είναι η ανεύρεση της αλήθειας, η τιμωρία του κατηγορουμένου, εφόσον αυτός κριθεί ένοχος, η αποτελεσματική προστασία των παθόντων και του συνόλου υπό τις προϋποθέσεις και με τους τρόπους που προβλέπονται στο νόμο και όχι η ικανοποίηση του κοινού περί δικαίου αισθήματος με πειθαρχικές διαδικασίες και δελτία τύπου.
Τέλος, στηρίζουμε το έργο της Ελληνικής Δικαιοσύνης και των Ελλήνων Δικαστών και Εισαγγελέων, και πιστεύουμε, όπως και για κάθε υπόθεση κάθε πολίτη, στην ορθή απονομή αυτής. Η δε δικηγορική ιδιότητα των εμπλεκομένων μερών δημιουργεί ένα επιπρόσθετο καθήκον στα πειθαρχικά όργανα του ΔΣΑ να προβούν, κατά την ανεξάρτητη κρίση τους, στις απαιτούμενες ενέργειες για τη διερεύνηση τυχόν πειθαρχικών αδικημάτων
ΓΙΑ ΤΟ ΔΣ ΤΗΣ ΕΑΝΔΑ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΣΤΕΛΙΟΣ ΒΟΥΚΟΥΝΑΣ
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΗΜΑΡΧΟΣ